30 Ιουλίου 2011

Zagori Mountain Running: πάνε χρόνια που το περιμέναμε…

Μετά από αρκετά χαμένα χρόνια, η Ήπειρος, ένα από τα πιο όμορφα ορεινά τοπία στην Ελλάδα, απέκτησε έναν αγώνα βουνού που μπορεί να διεκδικεί θέση στο ούτως ειπείν ελληνικό «Πάνθεον» του ορεινού τρεξίματος. Το Zagori Mountain Running ξεκίνησε περισσότερο σαν ένα πείραμα λίγο καιρό νωρίτερα αλλά πολύ σύντομα φάνηκε να αποκτά έντονη δυναμική, χάρη στην ανταπόκριση των αθλητών που έσπευσαν να εκδηλώσουν το ενδιαφέρον τους. Χρειάστηκε να υλοποιηθεί το σχέδιο, για να προκύψει το συμπέρασμα ότι το όλο εγχείρημα ήταν πετυχημένο και νομίζω ότι φεύγοντας από το γραφικό Καπέσοβο μετά το τέλος των απονομών, το απόγευμα της προηγούμενης Κυριακής, δεν θα πρέπει να υπήρχε κανείς που δεν πήρε στα σοβαρά την υπόσχεση των ανθρώπων του ZMR για την ανανέωση της συνάντησης και την θεσμοθέτηση του αγώνα τα επόμενα χρόνια. Για μένα προσωπικά, το σημαντικότερο μήνυμα ήταν η επιβεβαίωση της πεποίθησης ότι το (υγιές) πάθος για την επιτυχία, μπορεί να μας οδηγήσει με σιγουριά προς τα εκεί. Τα υπόλοιπα είναι λεπτομέρειες που βρίσκουν εύκολα λύσεις.


Η ιστορία ενός αγώνα ορεινού τρεξίματος στα βουνά της περιοχής του Ζαγοριού, ανάγεται στις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας, χάρη στις προσπάθειες του Κονιτσιώτη Νίκου Κυρίτση και της “No Limits”, όταν το 2002 στο πλαίσιο των αγώνων του «Ευάθλου» οργάνωσε έναν αγώνα στην περιοχή. Το εγχείρημα επαναλήφθηκε και την επόμενη χρονιά (2003) και στη συνέχεια εγκαταλείφθηκε. Το 2006 έγινε μια πρόσκαιρη αναβίωση, σ ένα καθαρά προσωπικό εγχείρημα του υπογράφοντος, το “Vikos-Aoos Marathon”, που φυσικά δεν μπορούσε να έχει συνέχεια, καθώς δεν έτυχε καμιάς υποστήριξης της τοπικής κοινωνίας, ούτε και είχε ερείσματα σ αυτήν. Για τα επόμενα πέντε χρόνια κι ενώ σε όλη την υπόλοιπη Ελλάδα οι νέοι αγώνες βουνού ξεφύτρωναν σαν μανιτάρια, η Ήπειρος παρέμενε με τον ένα και μοναδικό αγώνα βουνού, αυτόν στα Τζουμέρκα, που όμως δεν είχε γεωγραφικά καμία σχέση με το μοναδικό και ιδιαίτερο φυσικό και ανθρωπογενές τοπίο του Ζαγοριού.

Με τον Κώστα Κουρτέλη και τον Παύλο Διακουμάκο, στην Πασχάλειο Σχολή

Κι ενώ είχαν προηγηθεί κάποιες συζητήσεις ανάμεσα σε ανθρώπους της Γιαννιώτικης κοινότητας του ορεινού τρεξίματος, το σχέδιο δεν έδειχνε να προχωρά, μέχρι που πριν ένα μήνα, παραμονές του Olympus Marathon, άρχισε να κυκλοφορεί μια μικρή μπροσούρα του αγώνα και κυκλοφόρησε και μια ανακοίνωση στο διαδίκτυο. Τότε σκέφτηκα ότι ο χρόνος που απομένει στους ανθρώπους που πήραν το σχέδιο στις πλάτες τους ήταν ελάχιστος και ότι ήταν ανέφικτη η υλοποίηση του σχεδίου για φέτος. Τώρα όμως, λίγες μόνο μέρες μετά τον αγώνα, μπορώ να πω ότι τους ήταν αρκετός για να μπορέσουν να ολοκληρώσουν με επιτυχία το ZMR και να κερδίσουν το στοίχημα που έβαλαν με τους εαυτούς τους, ένα στοίχημα με τον ανελέητο χρόνο περισσότερο, παρά με τις όποιες άλλες δυσκολίες.

Από όσα μπόρεσα να δω, συμμετέχοντας ως ένας από τους 150 και πλέον αθλητές του αγώνα, οι άνθρωποι του ZMR κατάφεραν να καλύψουν όλους τους τομείς της διοργάνωσής τους: καθαρισμό και σηματοδότηση διαδρομής, υποστήριξη αθλητών και εκδήλωση στο χώρο τερματισμού. Ο αγώνας αυτός έχει δύο μεγάλα ατού στη διάθεσή του: το πρώτο είναι η περιοχή και το δεύτερο ο ενθουσιασμός (πάθος) των ανθρώπων του. Κι αυτοί είναι πιστεύω οι βασικοί λόγοι που το ZMR θα μπορέσει να συνεχίσει την πετυχημένη πορεία που ξεκίνησε στις 24 Ιουλίου του 2011. Και επειδή οι άνθρωποι αυτοί φαίνεται να κατέχουν κι ένα ακόμα χάρισμα, την δεκτικότητα (ακούν αυτούς που θέλουν να τους μιλήσουν), έχουν ακόμα περισσότερες πιθανότητες με το μέρος τους.

Σχολιάζοντας τα δεδομένα του αγώνα και του γεγονότος γενικότερα, θα ήθελα να ξεκινήσω από τη διαδρομή, που μάλλον είναι και η σημαντικότερη παράμετρος ενός τέτοιου αγώνα. Ο καλός φίλος πλέον, Βασίλης Τζουμάκας, άκουσε όλους εμάς το προηγούμενο διάστημα και ζύγισε τις προτάσεις, ώστε να προκύψει μια διαδρομή που να τα έχει όλα. Και δυσκολία και ομορφιά και να μην είναι μικρή αλλά ούτε πολύ μεγάλη. Νομίζω ότι τα κατάφερε, σχεδιάζοντας έναν αγώνα 43 χιλιομέτρων, που να συγκεντρώνει όσα περισσότερα θετικά στοιχεία γίνεται. Το δυνατό χαρτί της διαδρομής αυτής, είναι σίγουρα το Φαράγγι του Βίκου αλλά κρατήθηκε μια πολύ καλή ισορροπία και στο θέμα της κατανομής της ανάβασης, αφού μέχρι σχεδόν τον τερματισμό υπάρχει κάτι που να τη θυμίζει. Η αισθητική αξία αλλά και η αντίστοιχη τεχνική του μονοπατιού μέσα στο φαράγγι, είναι μεγάλη και μόνο όσοι έχουν την τύχη να το περπατήσουν ή να το τρέξουν, μπορούν να το καταλάβουν. Ως αδύναμο σημείο της διαδρομής θεωρώ το τελευταίο τμήμα, από το Κ-35 (Αυγερινός) μέχρι το Κ-40 (Βραδέτο), όπου το μονοπάτι είναι υποτυπώδες και κινείται σε αδιάφορα κτηνοτροφικά λιβάδια, μέσα στην καλοκαιρινή ζέστη. Φυσικά, δεν μπορεί κανείς να τα έχει όλα, τις περισσότερες φορές τουλάχιστον.


Από την Κρούνα προς τον Αυγερινό. Οι πλαγιές αριστερά καταλήγουν στο Μέγα Λάκο

Ένα σημαντικό ζήτημα που πρέπει οι καλοί διοργανωτές να δουν, είναι η εκκίνηση από το Γεφύρι του Κόκκορη, όπου οι 150 φετινοί αθλητές χρειάστηκε να συμπιεστούν αφάνταστα, περιμένοντας οι «εγκλωβισμένοι» στο στενό μονοπάτι γρηγορότεροι, να μπορέσουν να αναπτυχθούν και να προσπεράσουν άλλους πιο αργούς συναθλητές τους μετά από 3-4 χιλιόμετρα από την εκκίνηση. Η δική μου πρόταση είναι να μεταφερθεί η εκκίνηση 2 χιλιόμετρα νωρίτερα, στους Κήπους, ώστε πάνω σε ένα τέτοιο ανάπτυγμα στην άσφαλτο αυτή, να μπορέσουν οι αθλητές να μπουν σε μια σειρά, πριν φτάσουν στο Γεφύρι του Κόκκορη. Εναλλακτικά, η εκκίνηση μπορεί να δοθεί από το ίδιο το Καπέσοβο, ώστε να μειωθούν τα λογιστικά της διοργάνωσης και των αθλητών (κυρίως), αφού έτσι θα επιτευχθούν κοινή εκκίνηση και τερματισμός. Και με την ευκαιρία, να τονίσω το άτοπο του κατακερματισμού της διοργάνωσης σε τρία διαφορετικά χωριά: Καπέσοβο-τερματισμός, Ασπράγγελοι-εγγραφές, Κήποι-γεύμα. Το ιδανικό είναι φυσικά το ένα, όποιο κι αν επιλεγεί τελικά, αν και ο κλήρος έπεσε στο Καπέσοβο απ ότι φαίνεται. Αρκεί να το κατανοήσουν και οι υπόλοιποι αυτό.

Ξεκίνησα τον αγώνα αρκετά χαλαρά, μένοντας πίσω από τη μέση στην εκκίνηση, με αποτέλεσμα να χάσω τουλάχιστον ένα δεκάλεπτο μέχρι να καταφέρω να προσπεράσω πιο αργούς συναθλητές μου, μετά από 3-4 χιλιόμετρα εμπλοκής σε μια ατέλειωτη ουρά, κάπου στην ξερή κοίτη του Βίκου, χοροπηδώντας πάνω σε στρογγυλεμένες μικρές και μεγάλες πέτρες, με κίνδυνο διαστρέμματος ή πτώσης, κάτι που δεν απέφυγαν άλλοι. Στη συνέχεια βρέθηκα σε μικρά γκρουπ, κοντά στις δυνατότητές μου, πιάνοντας κουβέντα με διάφορους συναθλητές, όπως με τον Σταύρο τον Χασαπίδη, με τον οποίο είπαμε αρκετά ενδιαφέροντα. Μετά το Κ-13, στις πηγές του Βοϊδομάτη, ξεκίνησε ένας ήπιος ανήφορος προς το Μικρό Πάπιγκο. Εκεί κατάφερα να πιάσω τους καλούς φίλους Τάσο Νίκα και Ιρένα Μαλιμπόρσκα, διαπιστώνοντας έτσι πόσο πίσω είχα μείνει μέχρι τότε. Μετά το Μικρό Πάπιγκο απλώσαμε ακόμα περισσότερο και κράτησα έναν σταθερό ρυθμό, καθώς η ανηφόρα συνεχιζόταν. Τα μπατόν με βοήθησαν όπως πάντα και η άνοδος σε μεγαλύτερα υψόμετρα έδιωχνε προσωρινά τη ζέστη που ξεκινούσε σιγά-σιγά μετά τις 9 το πρωί. Ανηφόρισα παρέα με την Ιρένα Μαλικμπόρσκα, τον Κώστα Καλόγηρο και τον Αλέξανδρο Νικολόπουλο, σχεδόν μέχρι το καταφύγιο της Αστράκας. Μέχρι εκεί, στο Κ-23 είχα συμπληρώσει 3:28 ώρες αγώνα.

Καθοδόν για Αυγερινό, δεν έχασα το χιούμορ μου (Φωτο: GO-MRP)
Η συνέχεια ήταν λίγο-πολύ αναμενόμενη για μένα, με εξαίρεση τις συνεχείς καθυστερήσεις για να κάνω βιντεάκια με τη μικρή μου κάμερα (πέντε από εκεί και μέχρι τον τερματισμό). Ένα γυμνό τοπίο οδηγούσε τη διαδρομή μέχρι σχεδόν στο τέλος της κι αυτό αποτελούσε την αντίθεση προς το δασωμένο πρώτο ένα τρίτο. Περάσαμε από απέραντα αλπικά λιβάδια σε υψόμετρα από 1700 μέχρι 2000 μέτρα. Το τερέν ήταν επίσης αναμενόμενο, με πολλή φυτευτή και σκόρπια πέτρα μέσα στο μονοπάτι. Πριν την πηγή της Κρούνας, περίπου στο Κ-33, με προσπέρασε η Μάρα η Καλογήρου, μαζί με τον αδελφό της τον Αλέξανδρο, με έναν πολύ δυνατό ρυθμό και σύντομα χάθηκαν στις στροφές του ανάγλυφου προς τον Αυγερινό (Κ-35). Σταδιακά και σταματώντας τα βίντεο σε ένα επαναλαμβανόμενα κουραστικό τοπίο, χωρίς καμιά βλάστηση, παρά μόνο αγκάθια, ξαναβρέθηκα παρέα με τον Τάσο Νίκα, τον οποίο αναγκάστηκα να αφήσω πίσω, όπως και τον Μάριο τον Δούλη, πριν το Βραδέτο. Δεν μπορώ να πω ότι στο καταμεσήμερο απόλαυσα το κατέβασμα της «Σκάλας του Βραδέτου», αφού ο καλοκαιριάτικος ήλιος με έκαψε στην κυριολεξία. Εκεί, πρόσεξα λίγα καγκέλια πιο κάτω τη φιγούρα του Σταν Φιτζνάουτ, χωρίς όμως να καταφέρω να τον πλησιάσω μέχρι τον τερματισμό. Σ’ αυτό το σημείο έκανα και το τελευταίο βιντεάκι μου, για να ντοκουμεντάρω τη στιγμή. Σε μια μαρτυρική –για μένα- ζέστη, βγήκα στα τελευταία μέτρα πριν από το Καπέσοβο και μετά από ένα σύντομο περιδιάβασμα στα καλντερίμια του χωριού, βρέθηκα στο προαύλιο της Πασχάλειου Σχολής, όπου είχε στηθεί ο τερματισμός. Το κλίμα ήταν πανηγυρικό και με εντυπωσίασε το πλήθος του κόσμου που βρισκόταν εκεί. Θεώρησα χρέος μου να ασπαστώ συμβολικά την κολώνα της εισόδου του κτιρίου της σχολής πριν διαβώ τη γραμμή του τερματισμού, θεωρώντας ότι αποδίδω τιμή στο πνεύμα ευεργεσίας των Ηπειρωτών του λαμπρού παρελθόντος, χάρη (και) στους οποίους μπορεί η σημερινή ελληνική κοινωνία να νιώθει περήφανη για την ιστορία της.




Η κατάταξή μου με έφερε στην 22η θέση από 150 αθλητές που ξεκίνησαν, με επίδοση 5ω54 και θεωρώ αυτό τον αγώνα ως μια δυνατή προπόνηση για τα μελλοντικά κοντινά μου σχέδια σε Όλυμπο και Ροδόπη. Η τροφοδοσία της διοργάνωσης ήταν επαρκής με σταθμούς πυκνά βαλμένους και με ποικιλία επιλογών για τους αθλητές. Στην κορυφή της κούρσας δεν υπήρξε μάχη για την πρωτιά, με τους Καλοφύρη και Γκούνκο να κάνουν παρέα μια καλή προπόνηση με επίδοση 15-25 λεπτά πιο αργή από τις πραγματικές τους δυνατότητες και τους Μωυσίδη-Κωστόπουλο να αγωνίζονται για την 3η θέση, τερματίζοντας τελικά χέρι-χέρι και αυτοί. Ο Βενετικίδης κέρδισε επάξια την 5η θέση, με τον Παπαηλία στην 6η. Στις γυναίκες, η Ιρένα Μαλιμπόρσκα κέρδισε με μικρή όμως διαφορά από την εξαιρετική Ηπειρώτισσα Μάρα Καλογήρου. Θεωρώ ως πολύ ψηλό το επίπεδο των συμμετοχών, αν υπολογίσουμε ότι το καλοκαίρι ήταν ήδη στην καρδιά του και είχε μεσολαβήσει μόλις ένας μήνας από την εξαγγελία του αγώνα.

Δεν θα μπορούσα να μη σταθώ και με την ιδιότητά μου ως διοργανωτή, σε δυο ονόματα που έπαιξαν σημαίνοντα ρόλο στο Zagori Mountain Running. Είναι ο Γιαννιώτης Βασίλης Τζουμάκας και ο Καπεσοβίτης Θουκυδίδης Παπαγεωργίου, οι δύο άνθρωποι που έστησαν πιστεύω αυτόν τον αγώνα. Είδα στο βλέμμα και στις κινήσεις τους μια πολύ καλή χημεία, που χάρη της όλο το επιτελείο του αγώνα δούλεψε άψογα και με διάθεση για το καλύτερο. Ελπίζω και εύχομαι όλοι αυτοί οι άνθρωποι που εργάστηκαν ακούραστα, να έχουν την ίδια διάθεση και στο μέλλον. Ξέρω καλά βέβαια ότι κινητήρια δύναμη είναι το χρήμα, ελπίζω ωστόσο η αυτοδιοίκηση του Ζαγοριού να κατανοήσει την αξία του ZMR και να συνεχίσει να το υποστηρίζει. Είχα τη χαρά να μιλήσω από κοντά με τον Βασίλη τις παραμονές του αγώνα και προσπάθησα να τον αποφορτίσω από το άγχος των στιγμών που ζούσε. Κατάλαβα από τα λόγια του ότι προσπαθεί να πετύχει ότι καλύτερο σαν αποτέλεσμα, κάτι που πέρασε και στους υπόλοιπους συνεργάτες του. Έζησα ένα κλίμα γνήσιων συναισθημάτων από την πλευρά των διοργανωτών και νομίζω ότι οι αθλητές, που είναι και οι κριτές μιας τέτοιας προσπάθειας, το εισέπραξαν αυτό και το εκτίμησαν ανάλογα. Γνώρισα τον Θουκιδίδη την παραμονή του αγώνα και έμεινα με τις καλύτερες εντυπώσεις, μαθαίνοντας μάλιστα ότι ο ακούραστος αυτός Καπεσοβίτης δάσκαλος, ασχολείται με το άνοιγμα και τη συντήρηση παλιών μονοπατιών της περιοχής.


Η θέα σε διαδρομή κάτω από τις βορεινές ορθοπλαγιές της Γκαμήλας θα κόβει την ανάσα

Πέρα από τα καλά σχόλια που είχα να κάνω για τον νεότευκτο αγώνα, θα ήθελα να επαναφέρω προς συζήτηση και δημόσια από εδώ, την πρότασή μου, την οποία είχα καταθέσει στη φάση των συζητήσεων που είχα στο διάστημα του σχεδιασμού με τον Βασίλη το Τζουμάκα: θεωρώ ότι μια διαδρομή που θα συμπεριλάμβανε και τη βόρεια πλευρά της Τύμφης (Γκαμήλας), εκείνη προς την χαράδρα του Αώου, θα προσέδιδε στον αγώνα αυτόν πολύ μεγαλύτερη αίγλη και αξία. Σύμφωνα με την πρότασή μου, η διαδρομή είναι η εξής: Καπέσοβο - Τσεπέλοβο – Τσούκα Ρόσα – Αβάλος – Καλογερικό – Μονή Στομίου – Νταβάλιστα – Δρακόλιμνη – Αστράκα – Μικρό Πάπιγκο – Πηγές Βοϊδομάτη – Μεζαριά – Καπέσοβο. Πρόκειται για έναν συνδυασμό περιοχών μοναδικής άγριας ομορφιάς στην ελληνική επικράτεια, κατά την άποψη αρκετών από εμάς. Αν δεν κάνει αυτή η ομάδα αυτόν τον αγώνα, δεν υπάρχει κανείς άλλος που μπορεί να το πετύχει, με αποτέλεσμα να χαθεί οριστικά η ευκαιρία να βγει στο προσκήνιο η μοναδικότητα αυτού του βουνού, που δικαίως αποτελεί εδώ και δεκαετίες Εθνικό Πάρκο. Η συγκεκριμένη διαδρομή έχει ανάπτυγμα περίπου 60 χιλιόμετρα και υψομετρική που πρέπει να αγγίζει τα 4000 μέτρα, με μέγιστο υψόμετρο τα 2300, ενώ ένα όριο τερματισμού 15 ωρών περίπου, θα ήταν επαρκές. Σ αυτή την περίπτωση, ο αγώνας είναι καλό (και για τον τόπο) να γίνει Σάββατο και είναι ευνόητοι οι λόγοι. Αυτή η διαδρομή, με το έντονο αλπικό στοιχείο και τις απίστευτες εναλλαγές σκηνικού, συγκεντρώνει κάθε δυνατή πιθανότητα να τραβήξει και διεθνές ενδιαφέρον, για τους λόγους που μπορεί να κατανοήσει εύκολα κάποιος άνθρωπος του χώρου: ένας μεσαίος αγώνας, συγκεντρώνει μικρό ενδιαφέρον απ έξω, σε αντίθεση με κάποιον άλλο που υπερβαίνει αυτά τα όρια απόστασης και χρόνου. Το ενδιαφέρον για συμμετοχή σε έναν αγώνα εξωτερικού, κινείται αντιστρόφως ανάλογα με το μήκος του (με τόση μεγαλύτερη ευκολία αποφασίζει κάποιος αθλητής να συμμετάσχει σε αγώνα εκτός της χώρας του, όσο αυξάνεται η διάρκεια ή το μήκος του αγώνα αυτού, πριν πιάσει φυσικά κάποιο οριακό-απαγορευτικό επίπεδο). Όποια κι αν είναι η απόφαση των ανθρώπων του αγώνα ωστόσο, είναι σεβαστή, αφού οι ίδιοι θα συνεχίσουν να επωμίζονται το βαρύ φορτίο της προετοιμασίας και υλοποίησης του αγώνα τους.

Η Δρακόλιμνη αργά την άνοιξη

Κλείνοντας, θέλω να ευχηθώ καλή ξεκούραση στους ανθρώπους του ZMR και δύναμη για τα επόμενα χρόνια. Η Ήπειρος αξίζει κάτι σπουδαίο στο ορεινό τρέξιμο κι αυτό είναι στα χέρια τους. Εκείνοι ξέρουν πώς θα το χειριστούν.



Το όμορφο trailer της διοργάνωσης


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...

Σχόλια επισκεπτών

Recent Comments Widget by Blogger Widgets